Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΧΕΛΙΝΟΣ: Μέτρων Πακέτο VS Γκέττο

("Εφημερίδα του Κ.Σ.Μ."/τεύχος 156/Οκτώβριος 2011)

«Λόντρα, Παρίσι, Νιού Γιόρκ, Βουδαπέστη και Βιέννη, μπρος στην Αθηνά καμιά, μα καμιά σας δεν βγαίνει!», έλεγε ένα τραγούδι της εποχής της ακμής της ελαφράς μουσικής. Μπρος στην Αθήνα καμιά τους ούτε έβγαινε τότε, ούτε βγαίνει τώρα. Μόνο που οι καιροί άλλαξαν. Τότε, τουλάχιστον κατά την άποψη του στιχουργού, δεν έβγαιναν μπροστά στο ιοστεφές άστυ σε ομορφιές και ζεστασιά. Τώρα, αντίθετα, δεν βγαίνουν μπροστά του σε ασχήμια και απώθηση!
Είναι κάτι το αναμενόμενο σε έναν τόπο όπου το μόνο που διδάσκει η ιστορία είναι το ότι δεν διδάσκει τίποτε! Αυτό αποδεικνύουν, μεταξύ άλλων, δύο ανακοινώσεις που συνέπεσαν με την αιχμή των αντιδράσεων, αλλά και των εκτρόπων, που ακολούθησαν τη δολοφονία από μετανάστες ενός ανύποπτου έλληνα οικογενειάρχη, κάτοικου ενός από τα γκέττο της πρωτεύουσας. Με την πρώτη ανακοινωνόταν ότι βρισκόταν στην τελική ευθεία το άνοιγμα του Ξενοδοχείου των Απόρων στην Οδό Πατησίων, κάπου μεταξύ της Πλατείας Αμερικής – Πλατεία Αφρικής την αποκάλεσε μετανάστρια από την Ουκρανία (!) – και της Πλατείας Κολιάτσου. Με τη δεύτερη ότι πρόκειται να λειτουργήσει Ξενώνας Αστέγων απέναντι από το Σταθμό Λαρίσης! Ανακοινωνόταν, μ’άλλα λόγια, το άνοιγμα δύο επιπλέον πόλων έλξης φορέων προβλημάτων στις προβληματικές περιοχές που βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης ακριβώς λόγω της υπερβολικής συγκέντρωσης μιζέριας σε αυτές. Μάλιστα, μόλις λίγες μόλις βδομάδες μετά τη λήξη της φιλοξενίας των μεταναστών, που είχαν καταλάβει τη Νομική Σχολή, στο αναξιοποίητο περικαλλές αρχιτεκτόνημα της Βίλλας “Υπατία” της περιοχής του Αρχαιολογικού Μουσείου, που, σε άλλες πόλεις, θα αποτελούσε ένα από τα τοπόσημά τους.
Μάλιστα, στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε (τυχαία άραγε;) και η απόφαση – στο πλαίσιο ευρύτερων ανακατατάξεων – της υποβάθμισης και διοικητικής υπαγωγής σε άλλες μονάδες των δύο μοναδικών δημόσιων φορέων περίθαλψης της περιοχής του Γενικού Νοσοκομείου Πατησίων και της ιστορικής “Παμμακαρίστου”.
Με την πρώτη ματιά οι επιλογές φαίνονται εύλογες· τα κέντρα υποδοχής θα στηθούν εκεί όπου βρίσκεται το κέντρο βάρους του προβλήματος που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Άμα το καλοεξετάσει κανείς, όμως, δεν θα δυσκολευτεί να διαπιστώσει ότι το επακόλουθο των συγκεκριμένων επιλογών θα είναι ο φαύλος κύκλος της περαιτέρω “γκεττοποίησης” των “κοινωνικών χωματερών” της πόλης. Δηλαδή, η περαιτέρω υποβάθμιση των περιοχών, η οποία αποβαίνει σε βάρος τόσο των παλιών κατοίκων τους – δηλαδή εκείνων που εγκλωβίστηκαν σε αυτές και δεν μπορούν να φύγουν ή δέθηκαν με αυτές και αρνούνται να τις εγκαταλείψουν – όσο και των μεταναστών που αντικατέστησαν αυτούς που την “κοπάνησαν” (όσο ήταν καιρός).
Πρόκειται για μία πανομοιότυπη πρακτική, με αντίθετο όμως στόχο, με αυτή που εφαρμόζεται εδώ και τρεις – τέσσερις δεκαετίες στην πρωτεύουσα: την πλαισίωση με έργα βιτρίνας των περιοχών που αποτελούσαν τη βιτρίνα της πόλης. Γιατί κάθε παρέμβαση στην πόλη συμβάλλει στην ανάπτυξη μιας δυναμικής ως πολλαπλασιαστής της τάσης που εκπροσωπεί. Με αυτόν τον τρόπο η πόλη είχε χωριστεί σε τομείς δύο ταχυτήτων: ο ένας εκσυγχρονιζόταν και εμπλουτιζόταν με έργα βελτίωσης της υποδομής και διευκόλυνσης της ζωής των κατοίκων του, ο άλλος όχι μόνο παρέμενε στάσιμος, αλλά, εξαιτίας της όλο και μεγαλύτερης ποιοτικής απόστασης που τον χώριζε από τον πρώτο, απωθούσε όλο και περισσότερο τους ιθαγενείς του.
Ενώ, όμως, μέχρι πρότινος η ψαλίδα άνοιγε με ένα συγκρατημένο ρυθμό, επειδή το ένα σκέλος της ξέφευγε προς τα πάνω, τελευταία ο ρυθμός επιταχύνθηκε, επειδή άρχισε το δεύτερο σκέλος της να ωθείται παράλληλα προς τα κάτω. Μία τάση που αναπτύχθηκε αφότου η παντελής έλλειψη μέριμνας για αυτές κούμπωσε με την ανοχή (αν όχι ενθάρρυνση) στη συγκέντρωση σε αυτές όλων των οχληρών πτυχών της πόλης. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο νέοι χώροι υποδοχής θα γειτνιάζουν με τις δύο μακροβιότερες καταλήψεις (ιστορικών και περίτεχνων) κτηρίων, ο μεν με την κατάληψη στη γωνία των Οδών Λ. Καραγιάννη – Ι. Δροσοπούλου (που τίμησε προ καιρού το αργυρό ιωβηλαίο της!) και ο δε με την κατάληψη της πάλαι ποτέ περίφημης Βίλλας “Αμαλία”. Ούτε το ότι, μεσοκαλόκαιρο, αφέθηκε στο έλεος των καταληψιών, μετά από μια “επίσκεψη αβροφροσύνης” των αστυνομικών δυνάμεων κατά την απουσία τους, μία τρίτη κατάληψη, της προπολεμικής διατηρητέας και ιστορικής (επειδή σ’αυτήν έζησε κάποια χρόνια η Μαρία Κάλλας) Πολυκατοικίας “Παπαλεονάρδου”, στην Οδό Πατησίων, στο ίδιο τετράγωνο με τη Βίλλα “Υπατία”! Όπως δεν είναι τυχαίο και το ότι οι εκάστοτε καταληψίες προτιμούν στόχους αυτών των περιοχών· γνωρίζουν πολύ καλά ότι αν είχαν προτιμήσει εξίσου προσιτά κτήρια άλλων περιοχών θα είχαν εκπαραθυρωθεί κλωτσηδόν μέχρι να πουν κύμινο!
Όλες αυτές οι ενέργειες (και παραλείψεις) που επιχειρούνται και συγκλίνουν προς ένα αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμα: την επιλεκτική υποβάθμιση συγκεκριμένων περιοχών της πρωτεύουσας! Το ότι συνάδουν, μάλιστα, με σχέδιο συγκέντρωσης όλων των αλλοδαπών σε συγκεκριμένη περιοχή της πόλης, το οποίο δημοσιεύματα αποδίδουν στη δημοτική αρχή, ενδέχεται να υποδεικνύει το ότι η διαίρεσή της πρωτεύουσας σε γειτονιές πατρικίων και πληβείων δεν οφείλεται σε συρροή συμπτώσεων, ούτε αποτελεί ευφάνταστο σενάριο συνωμοσιολογίας. Ας σημειωθεί δε ότι μια τέτοια επιλογή δεν είναι καν λυσιτελής σε μια πόλη με διάτρητα εσωτερικά όρια. Η περιοχή που θα θυσιαστεί θα αποτελέσει πόλο έλξης, με αποτέλεσμα να αναζητηθεί για το πλεόνασμα ζωτικός χώρος στις όμορες της περιοχές. Άραγε οι ανεγκέφαλοι ή κακόβουλοι εισηγητές μιας τέτοιας επιλογής προτίθενται να αποζημιώσουν τους κατοίκους των που θα δουν τις περιουσίες τους να χάνουν ό,τι έχει απομείνει από την αξία τους; Οι απεχθείς βολονταρισμοί αυτού του είδους ευδοκιμούσαν μέχρι τώρα μόνο σε καθεστώτα τύπου Τσαουσέσκου ή Ναζαρμπάγεφ!
Αυτή, όμως, η τάση, η οποία, στην περίπτωση της Αθήνας ευνοείται από τα μέτρα κρατικών και δημοτικών αρχών, δεξιών τε και αριστερών αντιλήψεων, είναι στο στόχαστρο αριστερών τε και δεξιών αρχών σε άλλες χώρες που προσπαθούν να αποτρέψουν ή να ανατρέψουν μία de facto δημιουργία συνοικιών προνομιούχων, οι οποίες, στην περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών, παίρνουν ακόμα και τη μορφή περιτειχισμένων νησίδων (“gated communities”). Αυτό δεν σημαίνει ότι οι αποτρεπτικές προσπάθειες στέφονται με επιτυχία πάντοτε και παντού. Αλλά, τουλάχιστον, αναλαμβάνονται.
Είναι χαρακτηριστικά τα (όχι πάντοτε αποτελεσματικά) μέτρα των γαλλικών αρχών για την επίτευξη του “κοινωνικού ανακατώματος” ή της “κοινωνικής μείξης” (“mixité sociale”) που επιδιώκουν τη συμβίωση ποικίλων οικονομικό-κοινωνικών πολυφυλετικών στρωμάτων μέσα στα όρια ετερογενών συνοικιών ή προαστίων και την διάρρηξη του ιστού των προνομιούχων νησίδων (“enclaves dorées”). Σ’αυτά συμβάλλουν κοινωνικοί φορείς, όπως πολιτικά κόμματα και η εκκλησία, οργανώσεις πολιτών, αλλά και επιχειρήσεις (με την πολιτική προσλήψεων που εφαρμόζουν). Μέχρι και νομοθετική ρύθμιση έχουν στη διάθεσή τους (αρκετά έγκαιρα, από το 1991)! Στο πλαίσιο αυτής οι δημοτικές αρχές των πλούσιων προαστίων οφείλουν να αναπτύξουν σε ιδιόκτητά τους οικόπεδα κατοικίες, με προκαθορισμένο ποσοστό στο σύνολο του δυναμικού των κατοικιών του Δήμου, όπου θα στεγάσουν με χαμηλό νοίκι οικονομικά ασθενή νοικοκυριά. Αντίστροφα, και αυτό όχι μόνο στη Γαλλία, σε περιοχές που έχουν παρακμάσει χωροθετούνται υποδομές που θα τους προσδώσουν ακτινοβολία για αναστρέψουν τη δυναμική τους.
Αντίθετα, στην Ελλάδα σχεδόν ευνοείται o διαχωρισμός, η “γκεττοποίηση”. Μάλιστα, πολύ συχνά με τις ευλογίες μιας ανεγκέφαλης αριστεράς! Δεν είναι λίγες οι φορές που έχει πρωτοστατήσει στον αποκλεισμό από προνομιούχες περιοχές οχληρών μεν, πλην όμως απαραίτητων λειτουργιών, οι οποίες, στη συνέχεια, εγκαθίστανται αναγκαστικά στις γειτονικές “κοινωνικές ή περιβαλλοντικές χωματερές”. Το ίδιο αποτέλεσμα έχει και η απουσία αντίδρασης εκ μέρους της σε καταστάσεις που απολήγουν σε ανάλογο αποτέλεσμα. Είναι κάτι παραπάνω από αποκαλυπτικό το γεγονός ότι όλες οι σώφρονες φωνές, οι οποίες υποστήριξαν τη μερική μετατροπή της έκτασης του παλιού αεροδρομίου του Ελληνικού σε “τράπεζα γης” προς όφελος όλων των περιοχών – και, κατά κύριο λόγο, των πιο αδικημένων – του Λεκανοπεδίου, προήλθαν από άλλους πολιτικούς χώρους. Αντίθετα, η εν λόγω αριστερά ματαιοπονούσε – όπως αποδείχθηκε – στην προάσπιση του αντιοικονομικού φαραωνικού έργου του “μητροπολιτικού πάρκου”. Κι όμως, με την εκμετάλλευση αυτού του αποθέματος γης θα μπορούσαν να αποκτήσουν λίγο (παραπάνω) πράσινο οι συνοικίες της Αθήνας που το στερούνται περισσότερο και να πάψουν οι δρόμοι τους να είναι πρωταθλητές στη συσσώρευση κάθε είδους ρύπων. Αξίζει να σημειωθεί ότι, με βάση πρόσφατα στοιχεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, στις πρώτες θέσεις του σχετικού πίνακα για το 2010 βρέθηκαν και με διαφορά οι Οδοί Πατησίων και Αριστοτέλους, στην καρδιά των κοινωνικών και, συνάμα, περιβαλλοντικών χωματερών της πόλης. Τυχαίο; Δεν νομίζω!
Πρόκειται, άραγε, για αδιαφορία ή έλλειψη διορατικότητας αυτής της αριστεράς; Εκτός και αν πρόκειται για μια υστερόβουλη πολιτική (που εφαρμόζεται και σε άλλους τομείς) με στόχο τη δημιουργία ανεξέλεγκτων καταστάσεων στα γκέττο και την απόσπασή τους από τη σφαίρα επιρροής της εξουσίας. Αν και, σε αυτή την περίπτωση, πρόκειται για μία ασύγγνωστη εθελοτυφλία, γιατί όπως αποδείχθηκε επανειλημμένα στο απώτερο παρελθόν στο εξωτερικό και στο πρόσφατο στη χώρα, δεν είναι ούτε η αριστερά ούτε η δημοκρατία που επωφελούνται από αυτές τις καταστάσεις.
Αν δεν γίνουν κατανοητές αυτές οι στοιχειώδεις διαπιστώσεις, δεν έχουν ελπίδες ευόδωσης ούτε η περιλάλητη επιστροφή των Αθηναίων στο ιστορικό κέντρο ούτε η μετατροπή της πόλης σε τουριστικό προορισμό “city breaks”, όπως οραματίζονται κυβερνητικές και δημοτικές κεφαλές.
Για να επανακάμψουν οι κάτοικοι στις συνοικίες που εγκαταλείψανε θα πρέπει να αρθούν οι αιτίες που τους οδήγησαν στη μετοικεσία (και όχι να επιδεινώνονται). Για να αποφασίσει να επιστρέψει στο κέντρο της πόλης αυτός που, για παράδειγμα, απαύδησε ψάχνοντας κάθε βράδυ θέση για να σταθμεύσει το αυτοκίνητό του, θα πρέπει να πεισθεί ότι, πλέον, θα βρίσκει. Πως, όμως, όταν εντεταλμένα «τάγματα εφόδου» σαμποτάρουν κάθε σχετική απόπειρα; Πρόσθετα, θα πρέπει να πεισθεί ότι η θέση που θα βρει θα του παρέχει τα εχέγγυα ότι δεν θα βρει την επομένη το αυτοκίνητό του “καλοκαιρινό”. Με ποια λογική αναμένεται ότι κάποια νεαρά ζευγάρια θα προτιμήσουν να εγκατασταθούν στο κέντρο, για να επωφεληθούν από κάποιες φορολογικές απαλλαγές, όταν το αντίτιμο αυτής της εγκατάστασης θα είναι επαχθέστερο; Γνωρίζουν ότι, αν δεν προηγηθεί η αναβάθμιση των δημόσιων σχολείων κάθε βαθμίδας στη νέα γειτονιά τους, μόνο το ιδιωτικό σχολείο, στα πέρατα του κόσμου, στο οποίο θα αναγκαστούν να στείλουν τα γεννήματά τους, θα τους στοιχίσει κάτι παραπάνω από την φορο-ελάφρυνση. Και δεν θα πάρουν τη μεγάλη απόφαση αν πρόκειται, εξαιτίας της, είτε να κλειδαμπαρώνουν τους γόνους τους μέσα στους τέσσερις τοίχους, είτε να ζουν με το άγχος των κινδύνων που θα τους περιμένουν μόλις ξεμυτίσουν μόνοι τους στο δρόμο.
Από την άλλη και παρά το ότι, από άποψη υποδομών και δραστηριοτήτων, η πρωτεύουσα έχει καλύψει το μεγαλύτερο μέρος του δρόμου που τη χώριζε από τους παραδοσιακούς προορισμούς αστικού τουρισμού, δεν θα κερδίσει εύκολα την προτίμηση των καλοπερασάκηδων πιστών του. Δεν πρόκειται να συρρεύσουν επειδή θα μπορούν να προμηθευτούν μια ενιαία κάρτα χρήσης των συγκοινωνιών και επίσκεψης των μουσείων, αν δεν νιώθουν καλοδεχούμενοι και ασφαλείς στους δρόμους της πόλης. Και, κυρίως, αν δεν νιώθουν ελεύθεροι να περιπλανηθούν σ’αυτήν οπότε έχουν όρεξη, αντί να ασφυκτιούν μέσα από τα αόρατα κάγκελα των ελάχιστων προσπελάσιμων περίκλειστων οάσεων. Γιατί, μπορεί η ανασφάλεια να μην είναι προνόμιο της Αθήνας, αλλά σε άλλους προορισμούς δεν έχουν παρά να αποφεύγουν ορισμένες κακόφημες συνοικίες και κάποιες μόνο ώρες.

ΑΡΗΣ ΓΚΡΙΝΙΑΡΗΣ: Λόγων και πράξεων συνέπεια…

("Εφημερίδα του Κ.Σ.Μ."/τεύχος 156/Οκτώβριος 2011)

«Στις 18 σοσιαλισμό»! Με αυτή τη μαγική συνταγή, που κυριαρχούσε ως ιαχή σε όλες τις προεκλογικές συγκεντρώσεις του, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. σάρωσε στις εκλογές του Οκτώβρη του 1981. Ωστόσο, οι εμπνευστές του ποτέ δεν είχαν εξηγήσει προκαταβολικά ούτε ποιο “σοσιαλισμό” ούτε ποιες “18” εννοούσαν, γιαυτό και ο καθένας αντιλαμβανόταν το κατευθυντήριο της μετέπειτα πορείας σύνθημα όπως τον βόλευε. Αυτό εξηγεί κατά μεγάλο μέρος την προεκλογική απήχηση του συνθήματος. Αλλά και τη μετεκλογική απογοήτευση μέρους του εκλογικού σώματος που είχε πιστέψει ότι την επαύριο των εκλογών θα έπιαναν δουλειά τα ντόπια “σοβιέτ”. Έτσι παρασύρθηκαν – για να μην ξεχνιόμαστε – και οι “λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις” και άλωσαν, σε συνεργασία με το ΠΑ.ΣΟ.Κ., κάθε πτυχή δημόσιου βίου στη χώρα και την κομματικοποίησαν. Βέβαια, στη συνέχεια, όταν οι “πρασινοφρουροί” απέκτησαν την αναγκαία δύναμη για να κάνουν κουμάντο μόνοι τους, παραγκωνίστηκαν και άρχισαν τις σπαραξικάρδιες οιμωγές, ως απατημένες σύζυγοι!
Σήμερα, έχουν αρχίσει πια να ξεδιαλύνονται ορισμένα από τα σκοτεινά σημεία του συνθήματος. Τουλάχιστον ως προς το ποιο “σοσιαλισμό” υπονοούσε. Επρόκειτο για έναν τριτοκοσμικό (ψευδο)σοσιαλισμό, επί της ουσίας μονοκομματικό, κατά το παράδειγμα των ειδώλων της εποχής, όπως του “φίλου” Καντάφι, ο οποίος – κατά δήλωσή του – είχε βοηθήσει και είχε εγκρίνει το κίνημα. Βέβαια, θα διατηρούσε ένα προσωπείο πολυκομματισμού, αφενός μεν για να ρίχνει στάχτη στα μάτια των ευρωπαίων εταίρων, των οποίων τα όβολα ήταν αναγκαία για τη χρηματοδότηση του στησίματος του κομματικού κράτους, αφετέρου δε για να εξασφαλίζει τις κυβερνητικές παρενθέσεις, στις οποίες θα φορτωνόταν κάθε κακώς κείμενο και οι οποίες θα το διευκόλυναν να λούζεται, ως “Ήρα”, στην Πηγή της Κανάθου και να ξαναβρίσκει το κίνημα την (πολιτική) παρθενία του.
Ο (ψευδο)σοσιαλισμός που θα εκμαίευε το “κρίνο” της “αλλαγής” θα διασφάλιζε και την κληρονομική μεταβίβαση της υπέρτατης εξουσίας, κατά το παράδειγμα του σοσιαλισμού των οικογενειών Κιμ, Άσσαντ, αλλά και άλλων, τις οποίες τις πρόλαβαν τα γεγονότα και των οποίων τα μεγαλεία και την δόξαν είχε ζηλώσει! Βέβαια, θα ήταν ανεκτό να μεσολαβούν και κάποιες παρένθετες καταστάσεις, όταν είτε η διαδοχή δεν ήταν έτοιμη είτε η παραλαβή του “δακτυλιδιού” της αρχηγίας της φατρίας δεν εξασφάλιζε και την παραλαβή του “στέμματος” της πρωθυπουργίας.
Πρόσθετα, θα έστηνε το γραφειοκρατικό σύστημα, το οποίο είναι απαραίτητο για την αδιατάρακτη επιβίωσή του και αποτελεί “conditio sine qua non” για κάθε (ψευδο)σοσιαλισμό που σέβεται τον εαυτό του. Επίσης, θα ξεχώριζε την “ήρα” (δηλαδή τους πληβείους του ιδιωτικού τομέα) από το “στάρι” (δηλαδή τους πατρίκιους του δημόσιου τομέα), με την εξαίρεση βέβαια εκείνων από τους πρώτους που θα χρημάτιζαν “δεκανίκι” της εξουσίας του και θα είχαν το δικαίωμα να συμμετέχουν στην πρώτη θέση της (ψευδο)σοσιαλιστικής κοινωνίας των δύο ταχυτήτων που θα διαμορφωνόταν. Για τους υπόλοιπους επιφύλασσε την τύχη που επιφύλαξαν στο παρελθόν και μέχρι την κατάρρευσή τους οι “σοσιαλισμοί” του Χότζα και των συν αυτώ: την προλεταριακή εξαθλίωση! Ίσως δε, η κρίση να του έδωσε την ευκαιρία να πετύχει και αυτόν τον στόχο χωρίς πολύ προσπάθεια, γιαυτό και έκανε τόσα τέρμινα να πάρει μπρος και να αντιδράσει.
Αντίθετα, όμως, προς τον “σοσιαλισμό” του συνθήματος ακόμα δεν διευκρινίστηκε επακριβώς το ποιες “18” είχε κατά νου το κίνημα! Πάντως, δεν επρόκειτο να ανταποκρίνεται στην ετέρα ατάκα της εποχής, το «εδώ και τώρα» (ή «ατάκα κι επί τόπου» σύμφωνα με ασμάτιον του συρμού ελαφρολαϊκής αοιδού της εποχής, την οποίαν εκτιμούσε δεόντως ο πατήρ του κινήματος και του σημερινού ηγέτη του). Αυτό αποσκοπούσε , απλά, να φενακίζει κάποιους ανυπόμονους.
Όπως φαίνεται, ωστόσο, θα διαφανεί οσονούπω και το ποιες “18” κρύβονταν πίσω από το προ τριακονταετίας κυρίαρχο σύνθημα. «Ελήλυθεν η ώρα», καθώς πληρούνται ένα-ένα όλα τα προαπαιτούμενα. Αρωγός η πρωτοφανής κρίση. Χάρις σ’αυτήν και για να διαφυλαχτεί “ως κόρη οφθαλμού” η γραφειοκρατία του συστήματος και βασικός στυλοβάτης του – με κάποιες αβαρίες είναι αλήθεια, αλλά ας μην τα θέλει όλα δικά του – εξοντώνεται ο ιδιωτικός τομέας. Με τον ρυθμό που υποσκάπτεται ο τελευταίος (για να συντηρηθεί ο πρώτος) σε λίγο δεν θα υπάρχει ούτε για δείγμα ιδιωτικής επιχείρησης στη χώρα. Όλες θα μεταναστεύσουν από τον τόπο τον φθονερό: άλλες σε τόπο καρπερό και άλλες σε τόπο χλοερό. Θα απομείνουν λίγες είτε ως εξαιρέσεις του κανόνα είτε ως μουσειακό έκθεμα ιδιάζουσας αντοχής και προσαρμοστικής ικανότητας κατά την ερμηνεία μιας δαρβινικής οικονομικής κοινωνιολογίας.
Παράλληλα, θα εξαφανισθεί και η ιδιοκτησία ακίνητης περιουσίας και δη (ακόμα και πρώτης) κατοικίας, καθώς στα μάτια του πασοκικού κατεστημένου (όπως δείχνουν οι αλλεπάλληλες φοροεπιδρομές του) η ιδιοκτησία από ανδράποδο ισοδυναμεί με έγκλημα καθοσίωσης. Κάποιοι πάλαι ποτέ ιδιοκτήτες τη ρευστοποίησαν πριν από μια ντουζίνα χρόνια («τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», για να μην ξεχνιόμαστε ακόμα μια φορά) για να επενδύσουν στο “πολύφερνο” χρηματιστήριο και να μείνουν μετ’ολίγον “ταπί”. Κάποιοι άλλοι, αδύναμοι οικονομικά, σπεύδουν να απαλλαγούν άρον-άρον από αυτήν γιατί δεν αντέχουν πια να πληρώνουν το ένα “χαράτσι” μετά το άλλο. Οι υπόλοιποι, που δανείστηκαν για να την αποκτήσουν, τελικά, έχασαν «και τα αυγά και τα πασχάλια». Δεν πρόλαβαν να τη χαρούν και τους την παίρνουν πίσω οι τράπεζες.
Οι οποίες, με τη σειρά τους, είναι ετοιμόρροπες εξαιτίας της έκθεσής τους στη στήριξη του κράτους. Το οποίο, όπως διακήρυξε ο από κάθε άποψη πληθωρικός “μέγας αυλάρχης” του, διατίθεται να τις βοηθήσει (με τα λεφτά που δεν έχει και απομυζά από τα υποζύγια), με την προϋπόθεση μετατροπής σε μετοχές της βοήθειας! Έτσι, το κίνημα «πετυχαίνει μ’ένα σμπάρο δυο τρυγόνια»! Κρατικοποιεί, έστω και μερικά, τις τράπεζες και βάζει στο χέρι τόσο τις ιδιοκτησίες, οι οποίες έμειναν αμανάτι στις τράπεζες από τους ιδιοκτήτες “του ενός φεγγαριού” που δεν μπόρεσαν να εξοφλήσουν τα δάνειά που πήραν για να τις αποκτήσουν, όσο και τις επιχειρήσεις, οι οποίες περιήλθαν στους πιστωτές τους μετά από τέτοιας έκτασης και διάρκειας κεσάτια!
Κάπως έτσι, δηλαδή μέσα στην ασάφεια, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν εφείσθη προσπαθειών για να κάνει πραγματικότητα και άλλες εξαγγελίες εκείνης της ηρωικής εποχής, αλλά και της πιο πρόσφατης. Όπως το περίφημο «Έξω οι βάσεις του θανάτου»! Το πότε δεν διευκρινιζόταν. Έτσι, ο αγώνας δικαιώθηκε και οι βάσεις έμειναν μέχρι νεωτέρας, ωσότου, δηλαδή, τους στέρησε το λόγο ύπαρξης το “σιδηρούν παραπέτασμα”, που αποδείχθηκε “πύργος στην άμμο”.
Όπως και το «Έξω από την Ε.Ο.Κ. και από το Ν.Α.Τ.Ο.», τα δύο μέλη του ίδιου συνδικάτου, του μόνου που δεν κατάφερε να καπελώσει το κίνημα! Από το Ν.Α.Τ.Ο. δεν φύγαμε, αλλά και που μένουμε δεν έχει πια τόσο σημασία. Ούτε από τη μεταλλαγμένη σε Ενωμένη Ευρώπη Ε.Ο.Κ. φύγαμε μέχρι στιγμής μόνοι μας, αλλά ίσως δεν θα αργήσει η στιγμή που θα μας εκπαραθυρώσουν κακήν- κακώς!
Όπως, με κάποια δυσκολία είναι η αλήθεια, και το «Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία». Ξεχαρβάλωσε μεν ευθύς εξαρχής ιεραρχίες και άνοιξε διάπλατα τις πόρτες της άλωσής των από το κόμμα και τη γραφειοκρατία του, αλλά δεν είχε ξεκαθαρίσει ότι αυτοί που θα καπάρωναν τις εξουσίες δεν ήταν ο οποιοσδήποτε “λαός”, μα κάποιοι άλλοι (εργατοπατέρες, φοιτητοπατέρες, αγροτοπατέρες και δε συμμαζεύεται) στο όνομά του αλλά για την πάρτη τους. Και αν ο πραγματικός “λαός” δεν ανέβηκε στο θρόνο της εξουσίας, έφτασε, σε αντιστάθμισμα, ο “ΛΑ.Ο.Σ.” να της “κάνει τα γλυκά μάτια” από τα προπύλαιά της!
Όπως, τέλος, και με το «Λεφτά υπάρχουν!». Δεν ψευδόταν· λεφτά υπήρχαν. Αλλά δεν είχε εξηγηθεί ούτε το “που” υπήρχαν, ούτε το “πως” (δηλαδή με τι αντίτιμο) θα τα έπαιρναν, ούτε το “που” θα πήγαιναν.
Ίσως, τελικά, να πρόκειται για το μοναδικό στα χρονικά ελληνικό κόμμα που τήρησε πιστά τις εξαγγελίες του και, φευ, πέτυχε να τις υλοποιήσει. Έστω και ετεροχρονισμένα, όπως είχε χορηγήσει τις αλήστου μνήμης Α.Τ.Α. (αυτόματες τιμαριθμικές αναπροσαρμογές) των μέσων της δεκαετίας του 1980.
Όμως, το μέγιστο επίτευγμά του ήταν άλλο: το γεγονός ότι κατάφερε από τη μια να “εκπασοκίσει” σχεδόν το σύνολο του πολιτικού φάσματος που έχει τα φόντα να αναλάβει την εξουσία στο ορατό μέλλον και από την άλλη να “εκπασοκίσει” την ίδια την κοινωνία, η οποία πασχίζει να ξαναβρεί τον εαυτό της τώρα που έφτασε ένα βήμα πριν από τον γκρεμό. Ή, μήπως, ένα βήμα πάνω από τον γκρεμό, στον οποίο δεν κατρακυλά ωσότου συνειδητοποιήσει την κατάστασή της, όπως οι αρνητικοί ήρωες στις ταινίες κινουμένων σχεδίων;