Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

ΛΕΑΝΔΡΟΣ ΣΛΑΒΗΣ: Μη! Μη! Μη! (στα παραμύθια των εκθειαστών των ΜΜΜ)

(«Εφημερίδα του Κ.Σ.Μ.»/τεύχος 174/Οκτώβριος 2014)
 
Τριάντα εννέα λεπτά την ημέρα κατά μέσον όρο περνά στις στάσεις ο επιβάτης των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ) στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη διεθνή έρευνα. Και εκατόν τέσσερα λεπτά μέσα σε αυτά. Σύνολο εκατόν σαράντα τρία λεπτά ή σχεδόν δυόμιση ώρες! Κοντολογίς, το καθημερινό οκτάωρο εργασίας συνεπάγεται κάπου δέκα και μισή ώρες απουσίας από την οικογενειακή εστία. Για μερικούς, μάλιστα, ακόμα περισσότερο αφού το 27% των ατόμων που απάντησαν στην έρευνα δήλωσε ότι δαπανά πάνω από εκατόν είκοσι ένα λεπτά μέσα σε κάποιο μέσο! Χωρίς, βέβαια, να συνυπολογισθούν οι μεταβάσεις από το σπίτι στη στάση επιβίβασης, από τη στάση αποβίβασης στον προορισμό και τούμπαλιν! Και αυτό στο αποκορύφωμα της κρίσης, όταν οι μετακινήσεις έχουν ελαττωθεί τόσο, όσο δεν αντισταθμίζει η αραίωση των δρομολογίων, στην οποία προχώρησε ένα κράτος που προτιμά σαδιστικά να εξυπηρετεί λιγότερο τους πολίτες του από το να μειώσει την περιττή γραφειοκρατία και τις άχρηστες δραστηριότητές του.
Ύστερα αναρωτιούνται κάποιοι (άλλοι αφελείς και άλλοι κακοπροαίρετοι) γιατί οι συμπολίτες τους επιμένουν μαζοχιστικά στη χρήση ιδιωτικών μεταφορικών μέσων. Είναι περίεργο, αλλ’όχι ανεξήγητο. Οι μεν γιατί αγνοούν ή υποβαθμίζουν τους λόγους που ευνοούν αυτήν την επιλογή ή γιατί, εξαιτίας των ρυθμών της ζωής τους, δεν βιώνουν και δεν μπορούν να αντιληφθούν τις ανάγκες των άλλων. Οι δε γιατί κακόβουλα και εσκεμμένα τις παρακάμπτουν ή/και τις αποσιωπούν.
Δυστυχώς, στις καίριες θέσεις, όπου διεκπεραιώνεται η επεξεργασία των σχεδιασμών για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα της πόλης και να διατυπωθούν οι σχετικές προτάσεις, έχουν βρεθεί άτομα τα οποία κατατρύχονται από ιδεοληψίες και δεν τους απασχολεί η πραγματικότητα. Το γιατί και πως είναι ακόμα μία “πονεμένη ιστορία” της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Αυτοί, εξαιτίας των εμμονών τους, βλέπουν σε εκείνους που προτιμούν να μετακινούνται για οποιαδήποτε αιτία με το Ι.Χ. τους απόκληρους της κοινωνίας, περιθωριακά και αντικοινωνικά άτομα. Και τους δαιμονοποιούν σαν να θέλουν να τους εκδικηθούν που δεν συμμερίζονται τις εμμονές τους. Και αδιαφορούν για τους λόγους που τους αναγκάζουν να αποφασίσουν να υποστούν το “σταμάτα-ξεκίνα” κι ας αποτελούν ένα σεβαστό – ίσως και πλειοψηφικό – ποσοστό των πολιτών που μετακινούνται μέσα στις πόλεις κάθε μέρα. Η γνώμη τους δεν μετράει, δεν της επιτρέπεται καν να εκφρασθεί! Η στάση των αρμοδίων απέναντί τους είναι το (αντιδημοκρατικό) χαρακτηριστικό της κάστας των ανθρώπων που προτάσσουν της κοινωνίας (και των αναγκών της) τα οράματά τους. Μιας κάστας που, τηρουμένων των αναλογιών, βρίσκει το αντίστοιχό της στους Ερυθρούς Χμερ που ήθελαν να φέρουν στα μέτρα της ουτοπίας τους την κοινωνία της Καμπότζης (με τα γνωστά μέσα και αποτελέσματα).
Η αγνόηση της πραγματικότητας, όμως, έχει το κόστος της. Γιατί μία λανθασμένη διάγνωση συνεπάγεται λανθασμένη θεραπεία. Και αυτό πληρώνουν οι ελληνικές πόλεις, κυρίως δε η πρωτεύουσα, και οι κάτοικοί τους. Είναι δε να απορεί κανείς με το θράσος με το οποίο εκφέρουν πλήθος από ανερμάτιστα επιχειρήματα για να δικαιολογήσουν τις επιλογές τους. Όπως όταν, για παράδειγμα, συγκρίνουν τον χρόνο της διαδρομής με ένα λεωφορείο με τον αντίστοιχο χρόνο με ένα Ι.Χ., στον οποίο προσθέτουν τον χρόνο αναζήτησης θέσης στάθμευσης, ενώ στον πρώτο αγνοούν τον (συχνά αβέβαιο ή απροσδιόριστο) χρόνο αναμονής, τον χρόνο μετάβασης από το σημείο εκκίνησης ως την αφετηρία της διαδρομής ή από το τέλος της διαδρομής στον τελικό προορισμό, αλλά και τον νεκρό χρόνο μεταξύ της διαθεσιμότητας ενός ατόμου για πραγματοποίηση ενός δρομολογίου και του ωραρίου του αντίστοιχου δρομολογίου του Μ.Μ.Μ.. Όπως όταν, στα παραδείγματα που προβάλλουν δεν περιλαμβάνουν τις περιπτώσεις που απαιτούν αλλαγή (ή αλλαγές) συγκοινωνιακού μέσου. Όπως όταν στην σύγκριση κόστους βάζουν στη μία μεριά της πλάστιγγας το κόστος του εισιτηρίου ενός ατόμου (και όχι των περισσοτέρων που μεταφέρει συχνά ένα Ι.Χ.). Όπως όταν δεν αξιολογούν διόλου την διαφορά σε ευελιξία των διαφόρων μέσων (ιδίως όταν κάποια αντικοινωνική δράκα διαδηλωτών κλείσει τις κεντρικές αρτηρίες της πόλης) ή τα όρια του ωραρίου λειτουργίας των Μ.Μ.Μ. Όπως όταν αγνοούν προκλητικά τις δυσκολίες προσφυγής σε μέσο μαζικής μεταφοράς ορισμένων ατόμων (υπέρ των οποίων κόπτονται σε άλλες περιπτώσεις).
Έχουν αναλογιστεί ποτέ τι σημαίνει χρήση Μ.Μ.Μ. από μία οικογένεια με μικρά παιδία (ιδίως βρέφη) ή δυσκίνητα ηλικιωμένα άτομα ή άτομα με προβλήματα βαδίσματος αν το μέσο δεν περνά απέξω από το σπίτι τους ή/και από τον προορισμό τους; Ίσως όχι. Ή, εάν το έχουν αναλογιστεί, υποβιβάζουν τη σημασία του για να μην θαμπώσει την αίγλη των οραματισμών τους. Ειδάλλως, αυτό και μόνο θα τους επέβαλλε να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους και να αντιληφθούν ότι η κατ’αρχήν δυνατότητα ιδιοκτησίας ενός μέσου και χρήσης αυτού δεν θα έπρεπε να δυσχεραίνεται ή να καθίσταται απαγορευτική (όπως επιχειρούν).
Θα πρέπει, ωστόσο, να διευκρινισθεί ότι αυτή η “κατ’αρχήν δυνατότητα” δεν θα πρέπει να εκληφθεί ως προτροπή αλόγιστης χρήσης ιδιωτικών αυτοκινήτων. Ίσα-ίσα, θα πρέπει να μεγιστοποιηθεί η χρήση μέσων μαζικής μεταφοράς για λόγους οικονομικούς, οικολογικούς κ.λπ.. Αλλά με μία προϋπόθεση: η στροφή των πολιτών προς αυτά να επιτευχθεί με την προσφορά προς αυτούς ισοδύναμης, αν όχι καλύτερης, εξυπηρέτησης από αυτήν που έχουν με το “γιωταχί” τους. Και όχι με καταπιεστικά μέτρα, για να ικανοποιήσουν τις εμμονές τους οι “ταλιμπάν” της μαζικοποίησης.
Αν οι τελευταίοι είχαν την πρόθεση να διερευνήσουν τόσο τις συγκοινωνιακές ανάγκες των πολιτών, όσο και την ταυτότητα αυτών που προτιμούν το ιδιωτικό τους μέσο, θα ανακάλυπταν ότι η πλειοψηφία τους ανήκει σε στρώματα μεσαίων ή χαμηλών εισοδημάτων, για τα οποία η οικονομία χρόνου είναι ζωτική. Άλλωστε, τα εύπορα μεγαλοαστικά στρώματα δεν είναι τόσο πολυπληθή για να προκαλούν από μόνα τους τα προβλήματα (κυκλοφοριακή συμφόρηση, σπατάλη καυσίμων, ρύπανση κ.λπ.) που οφείλονται στην κυκλοφορία των Ι.Χ. Αλλά δεν έχουν καμιά όρεξη να εμπλακούν σε σοβαρή έρευνα, γιατί προτάσσουν των αναγκών της κοινωνίας τις ιδεοληψίες τους, παρότι οι περισσότεροι αρέσκονται να παριστάνουν τους αριστερούς (τρομάρα τους!). Από την “αριστεροσύνη” τους, όμως, λείπει η συμπόνια προς τον απλό πολίτη και περισσεύει ο ναρκισσιστικός βολονταρισμός της “πρωτοπορίας” που σκέφτεται πριν από τον λαό για λογαριασμό του και για το καλό του, τα ολέθρια αποτελέσματα του οποίου είναι πασίγνωστα. Περισσεύει και η συνακόλουθη αποστροφή τους προς την ελευθερία και την ανεξαρτησία που προσφέρει η ιδιωτική μετακίνηση, η οποία αποτρέπει την μετατροπή του ατόμου σε απρόσωπο μόριο μιας άβουλης μάζας.
Αν, λοιπόν, ήταν ανοιχτόμυαλοι και όχι κολλημένοι σε προκαταλήψεις, αν αναζητούσαν τελεσφόρους λύσεις και όχι συγκάλυψη των προβλημάτων ή αστυνομική αντιμετώπισή τους, θα διαπίστωναν τι θα έπρεπε να επιδιώκουν για το καλό μιας πόλης συλλογικά και των πολιτών της ατομικά. Αλλά δεν είναι. Έτσι, προκρίνουν αυταρχικές πολιτικές απαγορεύσεων γιατί γνωρίζουν καλά ότι οι πολίτες δεν θα συμμορφωθούν οικειοθελώς με μέτρα που θα έχουν ως συνέπεια την ταλαιπωρία τους (και την “τσέπη” τους) χωρίς απτή ανταπόδοση στην καθημερινή τους ζωή. Έτσι, περιφρονούν τα λυσιτελή μέτρα (π.χ. πύκνωση γραμμών μετρό με εξορθολογισμό των χαράξεών των, υπόγειες διελεύσεις κ.ά.) και ασπάζονται τα πλέον αναποτελεσματικά (π.χ. επέκταση δικτύων τραμ, πεζοδρομήσεις κ.ά.) χωρίς καμία πρόνοια για συνοδά έργα που θα άμβλυναν τις επιπτώσεις τους.
Έχει έρθει η ώρα να μπει φρένο στον παραλογισμό τους!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου