Τετάρτη 24 Ιουνίου 2015

ΛΕΑΝΔΡΟΣ ΣΛΑΒΗΣ: Όποιος βιάζεται κάτι απεργάζεται

("Εφημερίδα του Κ.Σ.Μ."/τεύχος 178/Ιούνιος 2015)
 
Θα ήταν εξαιρετικά αφελή τα στελέχη του ισχυρού εταίρου της σημερινής συγκυβέρνησης αν πίστευαν ότι οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές θα ήταν “παιχνιδάκι”. Κάποια θα ήταν, αλλά, δεν μπορεί, θα υπήρχαν και ορισμένα που δεν θα νεφελοβατούσαν. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, γιατί λύσσαξαν και αυτά να επισπεύσουν τις εκλογές για να κυβερνήσουν όσο γίνεται νωρίτερα; Δεν ήξεραν τι τους περιμένει; Δεν είχαν αντιληφθεί ότι με τα καμώματά τους θα αναγκάζονταν στο τέλος να κάνουν διαδοχικές κωλοτούμπες, τόσο μεγάλες λες και πάνε για πρωταθλητές στο τραμπολίνο.
Ίσως, πάντως, η άγνοια να είναι μία εξήγηση. Κατά κανόνα, άτομα που ζουν με τις ιδεοληψίες τους πιστεύουν ότι αρκεί ο βολονταρισμός (τους) για να επιταχύνουν τις κατ’αυτούς αναπόφευκτες εξελίξεις και να έρθουν τα πάνω κάτω. Και, τελικά, σπάνε τα μούτρα τους!
Μία δεύτερη εξήγηση μπορεί να είναι ότι ήθελαν να προλάβουν τυχόν ευόδωση των μνημονιακών μέτρων, δηλαδή πραγματικό success story, που θα ανέστρεφε το πολιτικό κλίμα, θα απομάκρυνε την πιθανότητα της εκλογικής νίκης και δεν θα επέτρεπε στον ανυπόμονο αρχηγό τους να γίνει, ως νέος Ιζνογκούντ, «χαλίφης στη θέση του χαλίφη» ή μάλλον «Αντρέας στη θέση του Αντρέα».
Προφανώς δε τη βιάση τους ενίσχυε και η υστερόβουλη σκέψη ότι, αν εκλέγονταν αμέσως μετά την προεδρική εκλογή, θα είχαν στη διάθεσή τους μία ολόκληρη τετραετία χωρίς την οποιαδήποτε ενδιάμεση εκλογική αναμέτρηση και με αυτόν τον τρόπο δεν θα υπήρχε έκφραση πιθανής λαϊκής δυσαρέσκειας με ψήφο, πέρα από τις δημοσκοπικές καταγραφές.
Μία άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι έσπευδαν μεν, αλλά βραδέως. Άλλωστε, μερικά στελέχη του το ομολόγησαν ξετσίπωτα δημοσίως. Ήθελαν εκλογές, αλλά μερικές εβδομάδες αργότερα, για να έχει βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά η “μνημονιακή” συγκυβέρνηση. Έτσι θα είχαν «και την πίττα σωστή και το σκύλο χορτάτο»! Οι μεν “αργυρώνητοι μερκελιστές” θα εισέπρατταν το σύνολο του πολιτικού κόστους, αυτοί δε θα καρπώνονταν την αίγλη του “σκισίματος των μνημονίων”, ανεξάρτητα από το ότι αυτό θα ήταν εφικτό χάρη στην πολιτική των προκατόχων τους. Γιατί να μην το ήθελαν; Πάντα, σ’αυτή τη χώρα, υπάρχουν μωρόπιστοι έτοιμοι να χάψουν ότι τους σερβίρουν οι πιο απίθανοι παραμυθάδες!
Να, όμως, που δεν ήρθαν τα πράγματα όπως τα σχεδίαζαν. Η μεν υπό προθεσμία συγκυβέρνηση δεν τους έκανε τη χάρη να αυτοκτονήσει κομματικά και άφησε τη δουλειά στη μέση, οι δε δανειστές δεν είχαν καμμία διάθεση να επιτρέψουν στους υβριστές τους να “κάνουν πάρτυ” με τα λεφτά τους.
Υπάρχει κι άλλη εξήγηση; Ίσως. Και μπορεί να ανιχνευθεί με εργαλεία τους στόχους των μη οικονομικών προτεραιοτήτων τους, τις οποίες ανέδειξαν με τις δηλώσεις που ξεκίνησαν το ίδιο το βράδυ των εκλογών και άρχισαν να τις μεταφράζουν σε μέτρα με βιασύνη που δεν δικαιολογεί η φύση τους.
Για παράδειγμα, ενώ πολλές κοινωνικές ομάδες που αντιμετώπιζαν μία πρωτόγνωρη για τη σύγχρονη Ελλάδα οικονομική στενότητα ψήφισαν με κριτήριο τις υποσχέσεις για ένα καλύτερο αύριο εδώ και τώρα, ποιοι γεύονται κατά προτεραιότητα την γενναιοδωρία της κυβέρνησης; Οι “πένητες” της Δ.Ε.Η.! Την ώρα, μάλιστα, που αποδεικνύεται από διεθνές δικαστήριο ότι οι ενεργοβόρες ελληνικές βιομηχανίες πληρώνουν την ηλεκτρική ενέργεια ακριβότερα από τους ανταγωνιστές τους στο εξωτερικό και εξασθενεί η ανταγωνιστικότητά τους.
Επίσης, ανακοινώνεται και η πρόθεση κατάργησης της πολιτικής επιστράτευσης, η προσφυγή στην οποία τα τελευταία χρόνια είχε περιορισθεί αποκλειστικά στην προστασία της κοινωνίας από τις άγριες διαθέσεις είτε αυτού του ίδιου του συνδικάτου είτε άλλων συνδικάτων και συντεχνιών, που νέμονται μονοπωλιακούς ή ολιγοπωλιακούς τομείς κυρίως του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Πρόσθετα, ξεκινούν και αθρόοι διορισμοί, κυρίως “ημέτερων”, συνδικαλιστών στην κορυφή της πυραμίδας των διοικήσεων διαφόρων επιχειρήσεων και οργανισμών που ελέγχονται από το κράτος. Οι οποίοι περιβάλλονται από άλλα κομματικά στελέχη σε μία πρωτοφανή για την μεταπολίτευση κομματικοποίηση του κρατικού μηχανισμού. Οι “ψεκασμένες γλάστρες” που τον διακοσμούν είναι απλά καλλωπιστικές και, πιθανόν, προσωρινές.
Επιπλέον, επαναφέρεται εσπευσμένα η καταχρηστική εφαρμογή του πανεπιστημιακού ασύλου ακόμα και για εξωπανεπιστημιακούς εισβολείς, καθώς και η ουσιαστική εκχώρηση της διοίκησης των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στους φοιτητοπατέρες και τα συνδικάτα των διοικητικών υπαλλήλων, με τα αφύσικα μεγάλα ποσοστά συμμετοχής στα κέντρα αποφάσεων. Παράλληλα, καταργείται και η δυνατότητα της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για τους διδάσκοντες.
Συνάμα, καταργούνται οι φυλακές υψίστης ασφαλείας, η ποινικοποίηση της “κουκούλας” περιορίζεται στην περίπτωση των ληστειών, θεσμοθετείται η δυνατότητα αποφυγής του εγκλεισμού ή της κράτησης σε φυλακές ακόμα και για αμετανόητους αρχι-τρομοκράτες, χαλαρώνουν τα μέτρα αντιμετώπισης των ταραχοποιών.
Σε γενικές γραμμές, όλα αυτά τα κυβερνητικά μέτρα, αλλά και άλλα με την ίδια φιλοσοφία, αποπνέουν πρόθεση εξαργύρωσης γραμματίων προς εμφανείς και αφανείς συμμάχους και συναγωνιστές στην πορεία του συριζαϊκού μορφώματος προς την εξουσία. Παράλληλα, όμως, επαναφέρουν ή προσφέρουν στους αποδέκτες της κυβερνητικής γαλαντομίας ορισμένα ιδιαίτερα προνόμια. Έτσι, η κοινωνία, χωρίς αμυντικά όπλα, παραδίδεται απροστάτευτη στο έλεος συνδικάτων και συντεχνιών, που δεν διστάζουν να την κρατούν σε ομηρία για το παραμικρό. Με πρώτο και προθυμότερο το κραταιό (και στυγνό) συνδικάτο που δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να κατεβάσει – παράνομα και αντικοινωνικά – τους διακόπτες της ηλεκτροδότησης της χώρας με το έτσι θέλω. Οι εργατοπατέρες, που είχαν στερηθεί τη δυνατότητα συν-διοίκησης, μετατρέπονται σε κλαδικούς δικτατορίσκους. Στα κέντρα αποφάσεων των πανεπιστημίων περιορίζεται αφύσικα και δραστικά το βάρος του διδακτικού προσωπικού, από το οποίο αφαιρείται η δυνατότητα να ψηφίζουν χωρίς την εκφοβιστική παρουσία των γνωστών ομάδων κρούσης ή απλά να ψηφίζουν. Αποκαθίσταται η δυνατότητα δυναμικής παρέμβασης στην πολιτική και κοινωνική ζωή από τρομοκράτες, αναρχο-αριστερούς και κάθε είδους ταραχοποιούς, και τρομοκράτησης (έως και φυσικής εξόντωσης) εκείνων που δεν συμμερίζονται τις οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές προτιμήσεις τους.
Γενικά, με ταυτόχρονη κατάργηση κάθε ασφαλιστικής δικλείδας, εκχωρούνται εξουσίες διοίκησης και καταστολής σε μη θεσμικά όργανα, αντιδημοκρατικής υφής, τα οποία, συν τοις άλλοις, δεν υπόκεινται σε λογοδοσία και ανάληψη ευθυνών, είναι δε μειωμένης ή/και αμφίβολης αντιπροσωπευτικότητας, ακόμα και όταν διατείνονται ότι εκπροσωπούν κάποιον χώρο.
Λόγω, όμως, εμφανών ή αφανών και ανομολόγητων δεσμών/πολιτικών συγγενειών με το συνονθύλευμα που αποτελεί τον βασικό κυβερνητικό εταίρο μπορούν να του φανούν πολλαπλά ωφέλιμα, τόσο όσο είναι στην κυβέρνηση, όσο και αν ξαναβρεθεί στην αντιπολίτευση. Τα, ασύδοτα πλέον, συνδικάτα έχουν, όπως και στο παρελθόν, τα μέσα να κάνουν όσο κανένας άλλος τη ζωή δύσκολη στην οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση. Οι αναρχο-αυτόνομοι πυρπολητές του κέντρου μπορούν να αναστατώσουν οποτεδήποτε το σύμπαν, αλλά και να λειτουργούν ως αντίπαλο δέος κάθε αντίθετης κίνησης, όπως αποδείξανε με πρόσφατη αντι-συγκέντρωση (κατά εργατών!) που οργανώσανε.
Με αυτόν τον τρόπο, όμως, προσφέρουν τη δυνατότητα στο συριζαϊκό πολιτικό μόρφωμα να διαιωνίσει τον έλεγχο τομέων που διέθετε ακόμα και όταν δεν ήταν παρά ένα περιθωριακό κόμμα που φυτοζωούσε. Από τότε η παρουσία του σε διάφορους κλάδους (π.χ. στο καθηγητικό προσωπικό των πανεπιστημίων) ήταν τελείως δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με την απήχησή του στο εκλογικό σώμα και την κοινωνία. Αυτό δε δεν οφειλόταν σε κάποια ειδική κλίση ή σχέση των στελεχών του με το αντικείμενο, αλλά αποκλειστικά στον έλεγχο των μηχανισμών μέσω των οποίων ήταν εφικτή η πρόσβαση στις σχετικές θέσεις.
Χάρη σ’αυτή τη δυσανάλογα ισχυρή παρουσία, αλλά και την επικουρική προσφυγή σε άλλες μεθόδους (τρομοκράτησης, συναλλαγής κ.λπ.) κατόρθωνε, χωρίς να έχει κυβερνητικές ευθύνες, να εξουσιάζει σημαντικούς τομείς με παρένθετα όργανα. Με το πρόσθετο πλεονέκτημα να μην υφίσταται το πολιτικό κόστος της πολιτικής που επέβαλλε με αυτόν τον τρόπο.
Ίσως, λοιπόν, αυτή να είναι η εξήγηση της βιασύνης: να μην προλάβουν να ριζώσουν και να γίνουν αποδεκτά τα (εν πολλοίς λειψά) μεταρρυθμιστικά μέτρα και του στερήσουν αυτή τη μορφή αφανούς εξουσίας. Αντίθετα μία “πλέρια” και χωρίς κλυδωνισμούς κυβερνητική τετραετία της “πρώτη φορά αριστερά” θα βοηθήσει να μπουν οι βάσεις για να στεριώσουν οι μηχανισμοί ελέγχου του κράτους και να είναι δυσχερέστατο, όπως απέδειξε η πείρα, να ξηλωθούν από μία μελλοντική κυβέρνηση.
Άλλωστε, στη διαιώνιση της παρά φύσιν δύναμής του στοχεύουν και μερικά άλλα μέτρα που δρομολογούνται εσπευσμένα. Όπως αυτά που θα επιφέρουν την υποβάθμιση της παιδείας. Για παράδειγμα, οι προφάσεις που προβάλλονται για την κατάργηση των εξετάσεων σε πρότυπα και πειραματικά σχολεία συγκαλύπτουν πιθανότατα την αποτροπή της παραγωγής ανεξάρτητων πνευμάτων που δεν θα προσφέρονται για στρατολόγηση ετερόφωτων υποτακτικών, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για τη στελέχωση των κομματικών μηχανισμών και μονάδων κρούσης.
Παράλληλα, η ανεκτικότητα στην μαζική εισροή μεταναστών, αν όχι η ενθάρρυνσή της, ευνοεί την ανάπτυξη αντιδράσεων στην κοινωνία, η οποία οδηγεί μερίδα ψηφοφόρων, ευάλωτων (υπό αυτές τις συνθήκες) από ακραίες θέσεις, προς αποδιοπομπαίους ακροδεξιούς σχηματισμούς, στερώντας τις μετριοπαθείς πολιτικές δυνάμεις από εκλογική δύναμη και δυνητικούς συμμάχους. Με αυτόν, όμως, τον τρόπο διασφαλίζεται η απόλυτη ή σχετική κατίσχυση του κόμματος στην πολιτική σκηνή. Ίσως δε αυτή η σκέψη να εξηγεί την (θεωρητικά αφύσικη) συγκαταβατική στάση της εκλεκτής του για την προεδρία του κοινοβουλίου απέναντι στους εκπροσώπους του ακροδεξιού αποστήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου